-
1 χρῶμα
II colour, esp. of the skin or body, complexion, Hdt.2.32, 3.101, Hp. Aph.4.40, etc.;χρῶμα ἀλλάξαι E.Ph. 1246
, cf. Men.Epit. 466;μεθιστάναι τοῦ χρώματος Ar.Eq. 399
(lyr.);τὸ χ. διακεκναις μένος Id.Nu. 120
; παντοδαπὰ ἠφίει χρώματα changed colour continually, Pl.Ly. 222b; χ. διαμένον an unchanging colour (of the face), Nicol.Com.1.28; so of animals, x.Cyn.4.7.2 generally, colour, Gorg. ap. S.E.M. 7.85; defined by Zeno Stoic.1.26; χρώματα βάπτειν use pigments for dyeing, Pl.R. 429e; ἐκ τῶν χρωμάτων καὶ σχημάτων θεωρεῖν, i.e. look to the outside only, ib. 601a;διὰ τῶν χ. ἀπεικάζειν X.Mem.3.10.1
;χρώμασι καὶ σχήμασι μιμεῖσθαι Arist.Po. 1447a18
; περὶ χρωμάτων, title of treatise by Arist.;ἐναλείφειν τοῖς χ. Id.GA 743b24
;χρωμάτων κρᾶσις Luc.Zeux.5
; χρώματος ἔντριψις, of cosmetics, X. Cyr.1.3.2; ; of medicines, .IV complexion, character of style in writing, χρώματα [λέξεως] (of τὸ στριφνόν, τὸ τυκνόν, etc.) D.H.Amm.2.2;ποιητικῆς χρώματα Phld.Mus.p.84K.
, cf. Hermog.Id.1.12.2 metaph. in pl., ornaments, embellishments,ἀλλοτρίοις χ. καὶ κόσμοις Pl.Phdr. 239d
, cf. Grg. 465b; also of style or language, D.H.Comp. 20; of Music,γυμνωθέντα.. τῶν τῆς μουσικῆς χρωμάτων τὰ τῶν τοιητῶν Pl.R. 601b
.3 in Music, a modification of the simplest music:τὰ μέλη μεταβολαῖς καὶ χρώμασιν ὡς εὖ κέκραται Antiph.209.4
;χρώματα εὔχροα ἐκιθάρισε Philoch.66
:but esp.b chromatic scale or music, in PHib.1.13.22, cf. Cleonid.Harm.3, Bacch.Harm.23, etc.: χ.μαλακόν, ἡμιόλιον, τονιαῖον, Cleonid.Harm.7.4 Rhet., complexion, colourable pretence, Hermog.Stat.1,3(pl.), Arg.D.19<*>12.V of the factions in the Circus at Constantinople, Agath.5.14,21.VI Astrol., = χρόα1.3, complexion of heavenly bodies, Phld.D.3.9, Vett. Val.107.26. -
2 метод
η μέθοδος, το σύστημα, ο τρόποςана-глифический (карт.) - ανάγλυφος -лабораторный - εργαστηριακή -, πειραματική -- механической обработки - της μηχανικής κατερ-γασίας/επεξεργασίας- расчёта по разрушающим нагрузкам - υπολογισμού βάσει των καταστρεπτικών φορτίωνсравнительный - см. сопоставительный -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > метод
-
3 устройство
1. (механизм, приспособление, сооружение) о μηχανισμός, η συσκευή, το μηχάνημα, η μηχανή, ο εξοπλισμός, το σύστημαаварийное - ο εξοπλισμός κινδύνου/ανάγκηςблокирующее - ασφάλισης/μπλοκαρίσματοςбуквопечатающее - полигр. το τυπογραφικό μηχάνημαвнешние - а вчт. τα εξωτερικά συστήματαгребное мор. - πρόωσηςгрузовое мор. - το σύστημα φορτοεκφόρτωσης- для крепления и отдачи коренного конца якорной цепи мор. - στήριξηςκαι απελευθέρωσης της (ρίζας) αλίσεως τηςάγκυρας- дляопределения уровня жидкой углекислотыв баллонах мор. - η συσκευή προσδιορισμού της στάθμης υγρού του διοξειδίουτου άνθρακαзадающее (авт.) - προγραμματισμούзадраивающее мор. - ο μηχανισμός κλεισίματοςзапоминающее вчт. - η μνήμη, το σύστημα αποθήκευσης στη μνήμηзвуковое сигнальное мор. - ηχητικός - του συναγερμούзвукосигнальное мор. - των ηχητικών σημάτωνиндикаторное (рлк.) - η ένδειξηле-ерное - мор. το σύνολο των ρελιών του πλοίου, τα ρέλιαманевровое мор. - το σύστημα ελιγμώνносовое подруливающее мор. - το σύστημα της πρωραίας (βοηθητικής) έλικας των ελιγμώνоросительное - ποτίσματος/ψεκασμούотсосное (тепл.) - απορρόφησηςпитающее - η συσκευή τροφοδότησης, ο τροφοδότηςподруливающее - мор. о βοηθητικός έλικας των ελιγμώνподъёмно-спусковое мор. - ανύψωσης-καθέλκυσηςразмагничивающее - судна см.размагничиватель судна - распознаваниязнаков - η συσκευή αναγνώρισης σημάτωνή γραμμάτωνраспределительное эл. - διανομής- ελέγχουрулевое мор. - του πηδαλίουспасательное мор. - η ναυαγοσωστική συσκευήспусковое мор. - της καθόδου (π.χ. των λεμβών)стопорное мор. - της ασφάλισηςтормозное - η διάταξη πέδης/φρεναρίσμα-τοςцветоделительное полигр. - διαχωρισμού των χρωμάτων2. (конструкция, расположение) η κατασκευή, η διάταξη, η ρύθμιση 3. (установленный порядок чегол., строй) η οργάνωση, το σύστημαη τάξη4. (оборудование чего-л., приспособление для чего-л.) η κατασκευή, η συνάρτηση 5. (организация чего-л., осуществление) η οργάνωση, η πραγματοποίηση 6. (налаживание чего-л., создание необходимых условий существования) η ρύθμιση, η τακτοποίηση 7. (помещение, определение куда-л.) η τακτοποίηση.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > устройство
-
4 контраст
1. (противоположность, резкое различие) η αντίθεση, η διαφοράопределяющий - (в планировании эксперимента) η βασική διαφορά: тепловой - η θερμική διαφορά2. (резкое различие в яркости или цвете предметов) η ένταση· - изображения - της εικόναςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > контраст
-
5 χρωμα
- ατος τό1) поверхность тела, кожа, преимущ. цвет кожиχ. οὐκ ἀλλάσσειν Eur. — не меняться в лице, т.е. оставаться невозмутимым;οὐ μεθίστησι τοῦ χρώματος Arph. — он и не краснеет (от стыда);παντοδαπὰ χρώματα ἀφιέναι ὑπό τινος Plat. — поминутно меняться в лице вследствие чего-л.2) краска(χρώματα καὴ ὀσμαί Plat.; χρωμάτων κρᾶσις Arst., Luc.)
διὰ χρωμάτων ἀπεικάζειν τι Xen. — изображать что-л. в красках;3) окраска, цвет(τοῦ πυρὸς χ. Arst.)
τὰς τῶν χρωμάτων λαμβάνειν μεταβολάς Arst. — менять окраску;ἄλλα χρώματα βάπτειν Plat. — окрашивать в другие цвета4) перен. колорит, оттенок, модуляция(τὰ τῆς μουσικῆς χρώματα Plat.)
χ. ἤθους Plut. — душевное своеобразие5) муз. хроматический строй, хроматизм Plut., Sext. -
6 παρά
πᾰρά [pron. full] [ρᾰ], [dialect] Ep. and Lyr. also [full] παραί: shortd. [full] πάρ, in Hom., Lyr. (but rarely in Trag., in lyr. passages, A.Supp. 553, S.Tr. 636), and in all dial ects exc. [dialect] Att., GDI5434.8 ([place name] Paros), IG5(2).3.14 (Tegea, iv B. C.), Inscr.Magn.26.28 (Thess.), etc.:—Prep. c. gen., dat., and acc., prop.A beside: hence,A WITH GEN. prop. denoting motion from the side of, from beside, from:I of Place,πὰρ νηῶν ἔλθωμεν Il.13.744
;παρὰ ναῦφιν ἐλευσόμεθ' 12.225
, etc.;παρ' Ὠκεανοῖο ῥοάων.. ἐπερχομένη Od.22.197
;πὰρ νηῶν ἀπώσεται Il.8.533
, etc.;δῶρα π. νηὸς ἐνεικέμεν 19.194
;φάσγανον ὀξὺ ἐρυσσάμενος π. μηροῦ 1.190
, cf. 21.173;σπασσάμενος.. ἄορ παχέος π. μηροῦ 16.473
; πλευρὰ παρ' ἀσπίδος ἐξεφαάνθη was exposed beside the shield, 4.468, cf. A.Th. 624.II commonly of Persons,1 with Verbs of going or coming, bringing, etc.,ἦλθε.. πὰρ Διός Il.2.787
;παρ' Αἰήταο πλέουσα Od.12.70
, etc.;ἀγγελίη ἥκει π. βασιλέος Hdt.8.140
.ά; αὐτομολήσαντες π. βασιλέως X.An.1.7.13
;ἐξεληλυθὼς παρ' Ἀριστάρχου D.21.117
; ὁ π. τινὸς ἥκων his messenger, X.Cyr.4.5.53; soοἱ π. τινός Th.7.10
, Ev.Marc.3.21, etc.;ὅστις ἀφικνεῖτο τῶν π. βασιλέως πρὸς αὐτόν X.An.1.1.5
, etc.; τεύχεα καλὰ φέρουσα παρ' Ἡφαίστοιο from his workshop, Il.18.137, cf. 617, etc.;ἀπαγγέλλειν τι π. τινός X.An.2.1.20
;σὺ δὲ οἰμώζειν αὐτοῖς παρ' ἐμοῦ λέγε Luc.DMort.1.2
.2 issuing from a person, γίγνεσθαι π. τινός to be born from, Pl.Smp. 179b; λόγος (sc. ἐστί) π. Ἀθηναίων c. acc. et inf., Hdt.8.55: freq. following a Noun, δόξα ἡ π. τῶν ἀνθρώπων glory from (given by) men, Pl.Phdr. 232a; ἡ π. τινὸς εὔνοια the favour from, i. e. of, any one, X.Mem.2.2.12; τὸ παρ' ἐμοῦ ἀδίκημα done by me, Id.Cyr.5.5.13; τὰ π. τινός all that issues from any one, as commands, commissions, Id.An.2.3.4, etc.; or promises, gifts, presents, Id.Mem.3.11.13; τὰ παρ' ἐμοῦ my opinions, Pl.Smp. 219a; παρ' ἑωυτοῦ διδούς giving from oneself, i. e. from one's own means, Hdt. 2.129, 8.5;παρ' ἑαυτοῦ προσετίθει X.HG6.1.3
; νόμον θὲς παρ' ἐμοῦ by my advice, Pl.Prt. 322d; αὐτοὶ παρ' αὑτῶν of themselves, Id.Tht. 150d, cf. Phdr. 235c.3 with Verbs of receiving, obtaining, and the like ,τυχεῖν τινος π. τινός Od.6.290
, 15.158;πὰρ δ' ἄρα μιν Ταφίων πρίατο 14.452
;ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν Pi.P.1.76
;εὑρέσθαι τι π. τῶν θεῶν Isoc.9.14
, cf. IG12.40.10; δέχεσθαι, λαμβάνειν, ἁρπάζειν π. τινός, Th.1.20, X.Oec.9.11, Hes.Th. 914; ἀντιάσαι, αἰτήσασθαι π. τινός, S.El. 870 (lyr.), X.HG3.1.4;ἀξιοῖ π. τοῦ ἰατροῦ φάρμακον πιὼν ἐξεμέσαι τὸ νόσημα Pl.R. 406d
;κόσμος τοῖς πράξασι γίγνεται π. τῶν ἀκουσάντων Id.Mx. 236e
: without Verb,ὁ καρπὸς ὁ π. τῶν δημάρχων IG12.76.27
: with Verbs of learning, etc.,μεμαθηκέναι π. τινῶν Hdt.2.104
, etc.4 with [voice] Pass. Verbs,πὰρ Διὸς.. μῆνις ἐτύχθη Il.15.122
;π. θεῶν ἡ τοιαύτη μανία δίδοται Pl.Phdr. 245c
, etc.; τὰ π. τῶν θεῶν σημαινόμενα, συμβουλευόμενα, X.Cyr.1.6.2; τὰ π. τινὸς λεγόμενα ib.6.1.42; τὰ π. τῆς τύχης δωρηθέντα the presents of.., Isoc.4.26;με π. σοῦ σοφίας πληρωθήσεσθαι Pl.Smp. 175e
.III rarely for παρά c. dat., by, near,πὰρ ποδός Pi.P.10.62
, 3.60; παρὰ δὲ κυανέων πελαγέων dub. l. in S.Ant. 966 (lyr.);τὸν Ῥειτὸν τὸν παρὰ τοῦ ἄστεως IG12.81.5
; πολλοὶ παρ' ἀμφοτέρων ἔπιπτον, = ἀμφοτέρωθεν, D.S.19.42.B WITH DAT. denoting rest by the side of any person or thing, answering the question where?I of Places, κατ' ἂρ ἕζετ'.. πὰρ πυρί, ἔκειτο π. σηκῷ, Od.7.154, 9.319;νέμονται π. πέτρῃ 13.408
;ἑσταότες παρ ὄχεσφιν Il.8.565
; πὰρ ποσὶ μαρναμένων ἐκυλίνδετο at their feet, 14.411, etc.; π. θύρῃσι at the door, 7.346;π. ῥηγμῖνι θαλάσσης 2.773
;δεῖπνον.. εἵλοντο παρ' ὄχθῃσιν ποταμοῖο Od.6.97
, cf. Il.4.475, 20.53, etc.;κεῖσθαι παρ' Ἅιδῃ S.OT 972
; παρ' οἴνῳ over wine, ib. 780, etc.II of persons, beside,πὰρ δὲ οἷ αὐτῷ εἷσε Θεοκλύμενον Od.15.285
;κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ Il.9.556
, cf. 6.246, etc.;παρ' ἀνδράσιν εὐνάζεσθαι Od.5.119
;δαίνυσθαι π. τινί 8.243
; πὰρ δέ οἱ ἑστήκει stood by him, Il.4.367.2 at one's house or place, with one,μένειν π. τισί 9.427
;θητευέμεν ἄλλῳ, ἀνδρὶ παρ' ἀκλήρῳ Od.11.490
;φιλέεσθαι π. τινί Il.13.627
; παρ' ἑωυτοῖσι at their own house, Hdt.1.105, cf. 86;παιδευθῆναι π. τινί X.Cyr.1.2.15
;καταλύειν π. τινί D.18.82
(butπαρά τινα καταλῦσαι Th.1.136
), etc.: hence οἱ παρ' ἐμοί those of my household, X.Mem.2.7.4, etc.; τὰ παρ' ἐμοί life with me, Id.An. 1.7.4; οἱ παρ' ἡμῖν ἄνθρωποι our people, Pl.Phd. 64b; ἡ παρ' ἡμῖν πολιτεία, ὁ παρ' ὑμῖν δῆμος, D.15.19; ὁ παρ' αὑτῷ βίοτος one's own life, S.OT 612;τὸ παρ' ἡμῖν πῦρ Pl.Phlb. 29f
; ;τὸ παρ' ἡμῖν σῶμα Pl.Phlb. 29f
; also, in one's hands,τὰ π. τοῖς Ἑλληνοταμίαις ὄντα IG12.91.6
;ἔχειν παρ' ἑωυτῷ Hdt. 1.130
, etc.; οὔπω παρ' ἐμοὶ τότ' ἦν λέγειν I had no right to speak then, Men.Epit.98.3 before, in the presence of,ἤειδε π. μνηστῆρσιν Od. 1.154
; before a judge,δίκας γίγνεσθαι π. τῷ πολεμάρχῳ IG12.16.9
;π. Δαρείῳ κριτῇ Hdt.3.160
;π. τῷ βασιλέϊ Id.4.65
;παρὰ δικασταῖς Th. 1.73
;εἰς κρίσιν καθιστάναι τινὰ π. τισί D.18.13
: hence παρ' ἐμοί in my judgement, Hdt.1.32, cf. S.Tr. 589, E.Heracl. 881, 1 Ep.Cor.3.19; π. τούτῳ μέγα δυνήσεται with him, Pl.Grg. 510e.4 in quoting authors, παρ' Ἐφόρῳ, παρ' Αἰσχίνῃ, π. Θουκυδίδῃ, in Ephorus, etc., Plb. 9.2.4, D.H.Comp.9,18.III Arc., = π. c. gen., from,καθὰ εἶχον τὰς ἰντολὰς π. τᾷ ἰδίᾳ πόλι SIG559.9
(Megalop., iii B. C.), cf. 558.10 (Ithaca, iii B. C.).C WITH ACCUS. in three main senses,I beside, near, by,II along,III past, beyond.I beside, near, by:1 with Verbs of coming, going, etc., to the side of, to,ἴτην π. νῆας Il.1.347
, cf. 8.220, etc.;βῆ.. π. θῖνα 1.34
, cf. 327, etc.; τρέψας πὰρ ποταμόν to the side of.., 21.603, cf. 3.187: more freq. of persons, εἶμι παρ' Ἥφαιστον to the chamber of H., 18.143, cf. Od.1.285, etc.;ἐσιόντες π. τοὺς φίλους Th.2.51
, etc.;φοιτᾶν π. τὸν Σωκράτη Pl.Phd. 59d
; πέμπειν ἀγγέλους, πρέσβεις π. τινά, Hdt. 1.141, Th.1.58, etc.;ἄγειν π. τινά Hdt.1.86
;καταφυγὴ π. φίλων τινάς Th.2.17
.2 with Verbs of rest, beside, near, by, sts. with ref. to past motion (expressed in such phrases asἧσο παρ' αὐτὸν ἰοῦσα Il.3.406
, cf. 11.577), , cf. 13.372; κεῖται ποταμοῖο παρ' ὄχθας lies stretched beside.., Il.4.487, cf. 12.381; παρ' ἔμ' ἵστασο come and stand by me, 11.314, cf. 592, 20.49, etc.;π. πυθμέν' ἐλαίης θῆκαν Od.13.122
;καταθέτω π. τὰ ἴκρια IG12.94.28
; κοιμήσαντο π. πρυμνήσια they lay down by.., Od.12.32, cf. 3.460;ὁ παρ' ἐμὲ καθήμενος Pl.Euthd. 271b
, cf. Phd. 89b; ἐκάθητο π. τὴν πύλην, π. τὴν ὁδόν, LXX Ge.19.1, Ev.Marc. 10.46;παρ' αὐτὸν τὸν καλέσαντα κατακείμενος δειπνῆσαι Thphr.Char. 21.2
, cf. Pl.Smp. 175c;ἐκαθέζετο π. τὸν Λύσιν Id.Ly. 211a
, cf. R. 328c;στὰς παρ' αὐτόν Id.Phd. 116c
;τέμενος νεμόμεσθα.. παρ' ὄχθας Il.12.313
, cf. 6.34, IG12.943.45;τοῦ Εὐρίπου, παρ' ὃν ᾤκει Aeschin.3.90
;κατελείφθη π. τὸν νηόν Hdt.4.87
;τὴν παρ' ἐμὲ ἐοῦσαν δύναμιν Id.8.140
.ά (v.l. ἐμοί); εἶπεν αὐτῷ μένειν παρ' ἑαυτόν X.Cyr.1.4.18
, cf. An.1.9.31, Ar.Fr. 451, Is.8.16, Alex.248, Demetr.Com. Nov.1.5, IG22.654.23 (iii B. C.), Plb.3.26.1, 11.14.3, 28.14.3;ἡ π. θάλασσαν Μακεδονία Th.2.99
, cf. S.El. 184 (lyr.), Tr. 636 (lyr.);Καρβασυανδῆς π. Καῦνον IG12.204.52
;τὸ κουρεῖον τὸ π. τοὺς Ἑρμᾶς Lys.23.3
, cf. And.1.62, Is.6.20, 8.35, Aeschin. 1.182, 3.88, Lycurg.112; (1).109 iii 146 (Epid.); παρ' ὄμμα before one's eyes, E.Supp. 484; π. πόδας on the spot, Phld.Ir.p.78 W., Rh.2.2 S.; immediately thereafter, Plb.1.7.5, 1.8.2, al.b [dialect] Dor., [dialect] Boeot., and Thess., = supr. B. 11.2, at the house of.., with a person, IG7.3171.7 (Orchom. [dialect] Boeot.), GDI 1717 (Delph.); παρ' ἁμὲ πολυτίματος [ὁ σῖτος] Ar.Ach. 759 (Megar.);τοῖς κατοικέντεσσι πὰρ ἀμμέ IG9(2).517.18
(Larissa, iii B. C.); τοῖ πὰρ ἀμμὲ πολιτεύματος ib.13;πεπολιτευκὼρ πὰρ ἁμέ Schwyzer 425.5
(Elis, iii/ii B. C.): so in [dialect] Att., θέμενος π. γυναῖκας depositing with.., Pl. R. 465c.3 with Verbs of striking, wounding, etc.,βάλε στῆθος π. μαζόν Il.4.480
, etc.;τὸν δ' ἕτερον.. κληῗδα παρ' ὦμον πλῆξε 5.146
;τύψε κατὰ κληῗδα παρ' αὐχένα 21.117
, cf. 4.525, 8.325, etc.; , cf. 17.310; δησάμενος τελαμῶνι π. σφυρόν ib. 290.4 with Verbs of placing, examining, etc., side by side with..,ὁ ἔλεγχος π. τὸν ἔλεγχον παραβαλλόμενος Pl.Grg. 475e
, cf. Hp.Mi. 369c, Smp. 214c, R. 348a; ;ἄλλα παρ' ἄλλατιθέμενα.. τῶν χρωμάτων Arist.Mete. 375a24
.b Geom., παραβάλλειν π. apply an area to (i. e. along) a finite straight line, Euc.1.44, Archim.Aequil.2.1;π. τὴν δοθεῖσαν αὐτοῦ γραμμὴν παρατείναντα Pl. Men. 87a
; ἡ [εὐθεῖα] παρ' ἣν δύνανται αἱ καταγόμεναι τεταγμένως the line to which are applied the squares of the or dinates, etc., Apollon. Perg.Con.1.11: hence,c Arith., παραβάλλειν τι π. τι divide by.. (v.παραβάλλω A.
VII. 2);μερίζω τι π. τι Dioph.4.33
; ἐπὶ γ π. ί multiply by 3 and divide by 10, PLond.5.1718.2 (vi A. D.).5 Geom., parallel to.., Democr.155, Arist. Top. 158b31, Archim.Sph. Cyl.1.12, al.6 metaph. in Gramm., like, as a parody of.., π. τὸ Σοφόκλειον, π. τὰ ἐν Τεύκρῳ Σοφοκλέους, Sch.Ar.Av. 1240, Nu. 584.b Gramm., of words which differ as compared with other words, π. τὸ τοῦ ἔρωτος ὄνομα σμικρὸν παρηγμένον ἐστίν.. [τὸ ἥρως] Pl.Cra. 398d, cf. 399a, Lg. 654a: hence, derived from.., π. τὸ ἔδαφος, δάπεδον, A.D. Pron.31.16; π. τὸ δρῶ δρᾶμα Sch.A.R.2.624;σύγκειται [τὸ αὐθέντης] π. τὸ εἷναι.. καὶ π. τὸ αὐτός Phryn.PSp.24
B.7 generally, of Comparison, alongside of, compared with, usu. implying superiority,δοκέοντες π. ταῦτα οὐδ' ἂν τοὺς σοφωτάτους ἀνθρώπων Αἰγυπτίους οὐδὲν ἐπεξευρεῖν Hdt.2.160
, cf. 7.20, 103;ἡλίου ἐκλείψεις αἳ πυκνότεραι π. τὰ ἐκ τοῦ πρὶν χρόνου μνημονευόμενα ξυνέβησαν Th.1.23
, cf. 4.6;τῶν ἁπάντων ἀπερίοπτοί εἰσι π. τὸ νικᾶν Id.1.41
;π. τὰ ἄλλα ζῷα ὥσπερ θεοὶ ἄνθρωποι βιοτεύουσι X.Mem.1.4.14
;φαίνεται π. τὸ ἀλγεινὸν ἡδὺ καὶ π. τὸ ἡδὺ ἀλγεινὸν ἡ ἡσυχία Pl.R. 584a
, cf. Phdr. 236d, La. 183c, al.;εὐδαίμων μᾶλλον π. πάντας BCH26.332
([place name] Halae);προετέρει π. πάντας PSI 4.422.34
(iii B. C.): sts. implying inferiority or defect, ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ' ἀγγέλους a little lower than the angels, LXX Ps. 8.6; μιᾷ ἡμέρᾳ ὑστεροῦσι π. τὸν ἥλιον lag one day behind the sun, Gem.8.19; so perh. παρ' αὐτόν, ὑπὲρ αὐτόν (has passed the ball?) short of him, beyond him, Antiph.234; μέγα τοι ἡμέρα παρ' ἡμέραν γιγνομένη γνώμην ἐξ ὀργῆς μεταστῆσαι one day compared with another is important.., a day's delay makes a difference, Antipho 5.72; τί γὰρ παρ' ἦμαρ ἡμέρα τέρπειν ἔχει προσθεῖσα κἀναθεῖσα τοῦ γε κατθανεῖν; what joy has one day compared with another to offer, since it only brings us nearer to, or farther from, death (which is neither good nor evil)? S.Aj. 475; ὃς μὲν κρίνει (prefers) ἡμέραν παρ' ἡμέραν, ὃς δὲ κρίνει (approves)πᾶσαν ἡμέραν Ep.Rom.14.5
.8 with Verbs of estimating, to set at so and so much, hence π. = equivalent to.., ταρβῶ μὴ.. θῆται παρ' οὐδὲν τὰς ἐμὰς ἐπιστολάς set at nought, E.IT 732, cf. A. Ag. 229 (lyr.);παρ' οὐδὲν ἄγειν S.Ant.35
; π. μικρὸν ἡγεῖσθαι or ποιεῖσθαί τι hold of small account, Isoc.5.79, D.61.51;παρ' ὀλίγον ποιεῖσθαί τινα X.An.6.6.11
; so with εἶναι, etc., παρ' οὐδέν ἐστι are as nothing, S.OT 983, cf. Ant. 466; ;οὐ π. μέγα ἔσεσθαι τὸ πταῖσμα Arr.An.1.18.6
; so perh. π. σμικρὰ κεχώρηκε have turned out of little account, have amounted to little, Hdt.1.120.b in Accountancy, without a verb, π. τὴν καταλλαγήν on account of κ., PHib.1.100.4 (iii B. C.).9 of correspondence, ὀφείλειν στατῆρα π. στατῆρα stater for stater (one to each of two creditors), BCH50.214 (Thasos, v B. C.);πληγὴν π. πληγὴν ἑκάτερον Ar.Ra. 643
; συνεῖναι ἑκατέρῳ ἡμέραν παρ' ἡμέραν stayed day for day with each, D.59.46; hence of alternation, ποιεῖσθαι ἁγνείας καὶ θυσίας δύο π. δύο, of four priests acting two and two alternately, BGU1198.12 (i B. C.); τοῦ καθημερινοῦ ἢ μίαν π. μίαν (sc. ἡμέραν) [πυρετοῦ] quotidian or tertian fever, ib.956.3 (iii A. D.): sts. without doubling of the Noun, παρ' ἡμέρην, opp. καθ' ἡμέρην, tertian, opp. quotidian, Hp.Aph.1.12; καθ' ἡμέραν, παρ' ἡμέραν, π. δύο, π. τρεῖς every day, every second day, every third (fourth) day, Arr.Epict.2.18.13; π. μίαν every second day, Plb.3.110.4; παρ' ἐνιαυτόν every second year, Plu.Cleom.15; παρ' ἔτος year and year about, Arist.GA 757a7; every second year, Paus.8.15.2; π. μέρος by turns (v. μέρος II. 2);ὁ ἀνὰ μέρος παρ' ἓξ μῆνας ὑπὲρ γῆν τε καὶ ὑπὸ γῆν γινόμενος Ἄδωνις Corn. ND28
; π. μῆνα τρίτον every third month, Arist.HA 582b4, cf. Plu.2.942e; but π. τρία [ἔτεα] prob. every fourth year, IG5(2).422 ([place name] Phigalea), cf. Arr.Epict. l.c.; ἕνα παρ' ἕνα παραλειπτέον every second one, Nicom.Ar.1.18; ἕνα π. δύο ([etym.] τρεῖς) every third (fourth) one, ibid.; παρὰ δ' ἄλλαν ἄλλα μοῖρα διώκει now one now another, E.Heracl. 611.10 precisely at the moment of, παρ' αὐτὰ τἀδικήματα flagrante delicto, D.18.13, 21.26;ἀποδώσω π. τὸν εὔθυνον τὸ καθῆκον IG12.188.31
; π. τοιοῦτον καιρόν, π. τὰς χρείας, D.20.41,46; π. τὰ δεινά in the midst of danger, Plu.Ant.63;π. τὴν πρώτην γένεσιν Jul.Or.1.10b
; π. τὴν πρώτην (sc. ἐπίθεσιν) at the first attack, Hld.9.2;π. γε τὴν πρώτην ὁρμήν Ael.NA14.10
.b distributively, whether of Time, π. τὰ ἑβδομήκοντα ἔτεα in each complete period of seventy years, Hdt.1.32;ἐν ταῖς ὁδοιπορίαις π. στάδια διακόσια.. τοῖς ἑκατὸν σταδίοις διήνεγκαν ἀλλήλων X.Oec.20.18
; πὰρ Ϝέτος each year, every year, Tab.Heracl. 1.101;π. τὸν ἐνιαυτὸν ἕκαστον IG12(7).5.14
([place name] Amorgos); παρ' ἆμάρ τε καὶ νύκτα day and night, B.Fr.7; or more generally, πὰρ τὰν ἐλαίαν in respect of each olive plant, Tab.Heracl.1.122; παρ' ἡμέραν αἱ ἀμίαι πολὺ ἐπιδήλως αὐξάνονται from day to day, per day, Arist.HA 571a21;τὸ παρ' ἑκάστην βάσιν γινόμενον μικρὸν πολὺ γίνεται π. πολλάς Id.Pr. 881b26
;ἡ παρ' ἡμέραν χάρις D.8.70
;τὸ παρ' ἑκάστην ἡμέραν ἡδύ Pl. Lg. 705a
.c παρ' ἆμαρ on (this) day, to-day, τὸ μὲν πὰρ ἆμαρ, τὸ δέ .. to-day and to-morrow, Pi.P.11.63; but παρ' ἦμαρ to-morrow, S. OC 1455 (lyr.).d throughout a period of time,π. τὴν ζόην Hdt. 7.46
;π. τὸν βίον ἅπαντα Pl.Lg. 733a
;π. πάντα τὸν χρόνον D.18.10
; also more loosely, during, π. τὴν πόσιν while they were drinking, Hdt.2.121.δ; π. τὸν πότον Aeschin.2.156
;π. τὴν κύλικα Plu.Ant.24
; π. δεῖπνον or π. τὸ δεῖπνον, Id.2.737a,674f.II along,ὄνος παρ' ἄρουραν ἰών Il.11.558
;βῆ δὲ θέειν π. τεῖχος 12.352
;π. ῥόον Ὠκεανοῖο ᾔομεν Od. 11.21
;ἔπλεον π. τὴν ἤπειρον Hdt.7.193
;π. πᾶσαν τὴν ὁδόν Isoc.4.148
; ὀρθὴν παρ' οἶμον.. τύμβον κατόψει straight along the road, E.Alc. 835;παρ' ὅλην τὴν φάραγγα Plb.10.30.3
; παρ' αὐτὴν τὴν χαράδραν παραπορευομένων ib.9; for παραβάλλειν π., v. supr. c. 1.4b.2 strictly according to, without deviating from,εἶμι π. στάθμην ὀρθὴν ὁδόν Thgn. 945
, cf. S.Fr.474.5; ὠμοί τε δούλοις πάντα καὶ π. στάθμην, i.e. too strict, A.Ag. 1045; π. τὸν λόγον ὃν ἀποφέρουσιν.. ἐπιδείξω I will prove to you strictly according to the accounts which they themselves submit, D.27.34.III past, beyond,παρὰ σκοπιὴν καὶ ἐρινεὸν ἠνεμόεντα.. ἐσσεύοντο Il.22.145
, cf. Od.3.172, 24.12;βῆ δὲ π. Κρουνούς h.Ap. 425
; π. τὴν Βαβυλῶνα παριέναι pass by Babylon, X.Cyr.5.2.29; παρ' αὐτὴν τὴν χύτραν ἄκραν ὁρῶντες looking over the edge of.., Ar.Av. 390.2 metaph., over and above, in addition to,οὐκ ἔστι π. ταῦτ' ἄλλα Id.Nu. 698
;π. ταῦτα πάντα ἕτερόν τι Pl.Phd. 74a
, cf.R. 337d, D.18.139, X.HG 1.5.5; ἑκὼν ἐπόνει π. τοὺς ἄλλους more than the others, Id.Ages.5.3, cf. Mem.4.4.1, Oec.20.16;ἃ τῷ ῥαψῳδῷ προσήκει καὶ σκοπεῖσθαι καὶ διακρίνειν π. τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους Pl. Ion 539e
.3 metaph., in excess over, πὰρ δύναμιν beyond one's strength, Il.13.787, cf. Th.1.70, Hyp.Lyc.16, Arist.Rh.Al. 1423b29;π. τὴν δ. Id.Po. 1451b38
.4 metaph., in transgression or violation of,π. μοῖραν Od.14.509
;π. μοῖραν Δίος Alc.Supp. 14.10
; παρ' αἶσαν, παρὰ δίκαν, Pi.P.8.13, O.2.16, etc.;π. τὸ δίκαιον Th.5.90
, etc.; π. τὰς σπονδάς, τὸν νόμον, Id.1.67, X.HG1.7.14;π. φύσιν Th.6.17
, cf. Pl.Lg. 747b; π. τὴν στήλην prob. in IG12.45.20; π. καιρόν out of season, Pi.O.8.24, etc.; π. γνώμαν ib.12.10, cf. A.Supp. 454; π. δόξαν, π. τὸ δοκοῦν ἡμῖν, π. λόγον, Th.3.93, 1.84, Plb.2.38.5; παρ' ἐλπίδα or ἐλπίδας, A.Ag. 899, S.Ant. 392, etc.; πὰρ μέλος out of tune, Pi.N.7.69;π. τὴν ἀξίαν Th.7.77
, etc.; π. τὸ εἰωθός, τὸ καθεστηκός, Id.4.17, 1.98.5 π. τοσοῦτον ἦλθε κινδύνου, = παρῆλθε τοσοῦτον κινδύνου, passed over so much ground within the sphere of danger, i.e. incurred such imminent peril, Id.3.49, cf. 7.2; in such phrases the tmesis was forgotten, and the acc. came to be governed by παρά, which thus came to mean 'by such and such a margin', ' with so much to spare', ἐνίκησαν π. πολύ, ἡσσηθέντες π. πολύ, Id.1.29, 2.89, cf. Pl. Ap. 36a; παρὰ δ' ὀλίγον ἀπέφυγες only just, E.IT 870 (lyr.); ; δεινότατον π. πολύ by far, Ar.Pl. 445; παρ' ὅσον quatenus, Luc.Nec.17, etc.; π. δύο ψήφους ἀπέφυγε by two votes, Hyp.Eux.28, cf. D.23.205;π. τέτταρας ψήφους μετέσχε τῆς πόλεως Is.3.37
; π. τοσοῦτον ἐγένετο αὐτῷ μὴ περιπεσεῖν by so much (= little) he missed falling in with.., Th.8.33; π. πέντε ναῦς πλέον ἀνδρὶ ἑκάστῳ ἢ τρεῖς ὀβολοὶ ὡμολογήθησαν ib.29; οὐ π. μικρὸν ἐποίησαν they made no little difference, Isoc.4.59.b in phrases like π. τοσοῦτον ἦλθε κινδύνου, τοσοῦτον was sts. understood of the interval from danger, etc., and παρά came to mean 'by so much short of' (τὸ π. μικρὸν ὥσπερ οὐδὲν ἀπέχειν δοκεῖ Arist.Ph. 197a29
), within such and such a distance of, so near to, τὴν Ἠϊόνα π. νύκτα ἐγένετο (sc. αὐτῷ) λαβεῖν he was within one night of taking E., Th.4.106; π. μικρὸν ἦλθον ἀποθανεῖν I came within a little of.., Isoc. 19.22, cf. Plb.1.43.7, Plu. Caes. 39; παρ' ἐλάχιστον ἦλθε.. ἀφελέσθαι was within an ace of taking away, Th.8.76; παρ' οὐδὲν μὲν ἦλθον ἀποκτεῖναι (were within a mere nothing, within an ace of killing him),ἐξεκήρυξαν δ' ἐκ πόλεως Aeschin. 3.258
, cf. Plu.Pyrrh. 14, Alex.62; π. τοσοῦτον ἦλθε διαφυγεῖν so near he came to escaping, Luc.Cat.4; ;παρ' οὐδὲν ἐλθόντες τοῦ ἀποβαλεῖν Plb.1.45.14
, cf. 2.55.4, D.S.17.42: hence without ἐγένετο or ἐλθεῖν, π. μίαν μονάδα (less) by one, i.e. less one, Nicom.Ar.1.8; τεσσαράκοντα π. μίαν, = 39, 2 Ep.Cor.11.24; παρ' ἕνα τοσοῦτοι the same number less one, Plu. Publ.9; σύ μοι παρ' ἕνα ἥκεις ἄγων you have brought me one too few, Luc.Cat.4;δύναται π. δύο συλλαβὰς εἶναι τὸ καταληκτόν Heph.4.2
; τὰ ὁλοκόττινα ηὑρέθησαν π. ἑπτὰ κεράτια seven carats short, PMasp.70.2 (vi A. D.); πάντες παρ' ἕνα, πάντες παρ' ὀλίγους, all save one (a few), Plu.Cat.Mi.20, Ant.5;ἔτη δύο π. ἡμέρας δύο IG5(1).801
([place name] Laconia); of one Μάρκος, θηρίον εἶ π. γράμμα you are a bear ([etym.] ἄρκος) all but a letter, AP11.231 (Ammian.); ὡς π. τι καὶ τὰς ὄψεις ἀφανίσαι so that he all but (lit. less something) lost his sight, Vett.Val.228.6; π. τι βυθίζεσθαι v.l. in Ev.Luc.5.7; τὸ π. τοῦτο the figure less that, i.e. the remainder or difference, PTeb.99.10 (ii B. C.), cf. POxy.264.4 (i A. D.), PAmh.2.148.5 (v A. D.); hence of any difference whether of excess or defect, οὐδὲν π. τοῦτο ποιούμενοι τοὺς.. Λευκανούς τε καὶ τοὺς.. Σαυνίτας making no difference between.., Str.6.1.3, cf. 14.5.11, Plu.2.24c.6 hence of the margin by which anything increases or decreases, and so of the cause according to which anything comes into existence or varies,τὸ εὖ π. μικρὸν διὰ πολλῶν ἀριθμῶν γίνεται Polyclit.2
(cf. μικρός III. 5 c); διαφέρει π. τὰς τῶν παθημάτων ἐναντιώσεις according to.., Arist.HA 486b5;μεταπίπτει π. τὰ κλίματα Gem. 5.29
, cf. 11.5, al.; π. τὰ πράγματα cj. in Apollod.Car.11.7 more generally of the margin by which an event occurs, i.e. of the necessary and sufficient cause or motive (τὸ μὴ π. τοῦτο γίνεσθαι τότε λέγομεν, ὅταν ἀναιρεθέντος τούτου μηδὲν ἧττον περαίνηται ὁ συλλογισμός Arist.APr. 65b6
, cf. 48a24, al.), κεινὰν π. δίαιταν just for the sake of unsatisfying food, Pi.O.2.65; ἕκαστος οὐ π. τὴν ἑαυτοῦ ἀμέλειαν οἴεται βλάψειν each thinks that his own negligence will not suffice to cause injury, Th.1.141, cf. Isoc.3.48; π. τὴν αὑτοῦ ἁμαρτίαν all through his own fault, Antipho 3.4.5, cf. Isoc.6.52, D.4.11, 18.232; πολλὰ.. ἐστιν αἴτια τούτων, καὶ οὐ παρ' ἓν οὐδὲ δύ' εἰς τοῦτο τὰ πράγματ' ἀφῖκται not from one or two causes only, Id.9.2; οὐ π. τοῦτο οὐκ ἔστι it does not follow that it is not.., 1 Ep.Cor.12.15; π. τὸ τὴν ἀρίθμησιν ποιήσασθαι ἐξ ἑτοίμου τοὺς ἐργώνας οὐκ ὀλίγα χρήματα περιεποίησε τῇ πόλει by the simple fact of prompt payment, IPE12.32B35 (Olbia, iii B. C.); , cf. Plb.3.103.2, 18.28.6, al.; οὐδεὶς παρ' ἑαυτόν ἐστι βασιλεύς thanks to himself alone, Aristeas 224;παρ' αὑτὸν ἀτυχεῖ Arr.Epict.3.24.2
, cf. Phld.Rh.2.16 S.;παρ' ἡμᾶς ἡ τῶν ἀγαθῶν ἀπόστασις Hierocl. in CA25p.477M.
; εἶναι π. τοῦτο σωτηρίαν τε πόλει καὶ τοὐναντίον, i.e. on this depends.., Pl.Lg. 715d, cf. X.Eq.Mag.1.5, D.C.Fr.36.5;π. μίαν ἡμέραν καὶ ἓν πρᾶγμα καὶ ἀπόλλυται προκοπὴ καὶ σῴζεται Epict.Ench.51.2
; π. τὸ Ἕλληνά με εἶναι just because I am a Greek, UPZ7.13 (ii B. C.);π. τὸ ἀγαπᾶν αὐτὸν αὐτήν LXX Ge.29.20
, cf. Ex.14.11; later more loosely, because of.., Phld.Rh.1.158 S., Gem.6.24, etc.; οὐδὲν π. σὲ γέγονε it is no fault of yours, PRyl.243.6 (ii A. D.), cf. POxy.1420.7 (ii A. D.).8 of a limit of possibility,εἴπερ ἐνεδέχετο π. τοὺς παρόντας καιρούς D.18.239
; πεῖσαι τό γε παρ' αὑτόν to persuade (the judges) so far as in you lies, Arr.Epict.2.2.20; οἴμωζε παρ' ἐμέ as far as I am concerned, for all I care, Ar.Av. 846.D POSITION: παρά may follow its Subst. in all three cases, but then becomes by anastrophe πάρα: when the ult. is elided, the practice varies,τῇσι παρ' Il.18.400
; but Ἡφαίστοιο πάρ' ib. 191.F πάρα (with anastrophe) stands for πάρεστι and πάρεισι, Il.1.174, Hes.Op. 454, A.Pers. 167, Hdt.1.42, al., S.El. 285, Ar.Ach. 862, etc.G IN COMPOS.,I alongside of, beside, of rest, παράκειμαι, παράλληλοι, παρέζομαι, πάρειμι (εἰμί), παρίστημι; of motion, παραπλέω, πάρειμι ([etym.] εἶμι).II to the side of, to, παραδίδωμι, παρέχω.IV metaph.,2 of comparison, as in παραβάλλω, παρατίθημι.3 of alteration or change, as in παραλλάσσω, παραπείθω, παραπλάσσω, παρατεκταίνω, παραυδάω, παράφημι.4 of a side-issue, παραπόλλυμι. (Cogn. with Goth. faúr 'along', Lat. por-.) -
7 φθείρω
φθείρω, [dialect] Aeol. [full] φθέρρω Hdn.Gr.2.303, al.; Arc. [full] φθήρω IG5(2).6.17 (Tegea, iv B. C.): [dialect] Ion. [tense] impf. φθείρεσκε ([etym.] δια-) Hdt.1.36: [tense] fut.Aφθερῶ X.HG7.2.11
, ([etym.] δια-) A.Ag. 1266, etc.; [dialect] Ion. φθερέω ([etym.] δια-) Hdt. 5.51; [dialect] Ep. φθέρσω ([etym.] δια-) Il.13.625: [tense] aor. 1 (troch.), X.HG7.2.4; poet.ἔφθερσα Lyc.1402
; Arc. [ per.] 3sg. opt. (?)φθέραι IG5(2).6.8
(Tegea, iv B. C.): [tense] pf.ἔφθαρκα Din.1.64
, ([etym.] δι-) E.Med. 226; Arc. part.ἐφθορκώς IG5(2).6.10
(Tegea, iv B. C.): —[voice] Med., [tense] fut. φθεροῦμαι (in pass. sense) S.OT 272, E.Andr. 708, Th.7.48; [dialect] Ion. φθερέομαι ([etym.] δια-) Hdt.8.108 (v.l. δια-φθαρέεται), 9.42 (vv. ll. δια-φθαρέονται, δια-φθορεῦνται); laterφθαροῦμαι Archig.
ap. Orib.8.23.5:— [voice] Pass., [tense] fut.φθᾰρήσομαι Hp.VM13
, Arist.Metaph. 1066b30, Epicur.Ep. 1p.7U., ([etym.] δια-) E.Hec. 802, etc., [dialect] Dor.- ησοῦμαι Ti.Locr.94d
: [tense] aor. ἐφθάρην [ᾰ] S.OT 1502, Th.7.13, Pl.Lg. 708c; poet. [ per.] 3pl.ἔφθαρεν Pi.P. 3.36
: also part.κατα-φθερείς Epich.35.13
: [tense] pf. , [ per.] 3pl.ἐφθάραται Th.3.13
; inf. , ([etym.] δι-) Is.9.37, [dialect] Aeol.ἔφθορθαι Eust.790.8
: [tense] plpf. [ per.] 3pl.ἐφθάρατο App.BC3.15
, ([etym.] δι-) Hdt.8.90. The compd. διαφθείρω is much more freq. than the simple Verb:— destroy things,μῆλα κακοὶ φθείρουσι νομῆες Od. 17.246
; φ. τῶν Συρίων τοὺς κλήρους waste them, Hdt.1.76, cf. X.HG 7.2.11, An.4.7.20;τοὺς θεῶν νόμους S.Aj. 1344
; τὰς ναῦς v. l. in Th. 2.91;τὴν πόλιν καὶ νόμους Pl.Lg. 958c
, cf. X.Mem.1.5.3;εὐδαιμονίαν Din.
l. c.;ἔμβρυα Dsc.2.163
;τὸ συλληφθέν Sor.1.60
(also abs., miscarry, ib.59); τὸν κοινὸν οἶκον Mitteis Chr.284.11 (ii B. C.): —[voice] Pass., to be destroyed, S.Aj.25, etc.;ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται Arist.EN 1103b8
;εἰς τὸ μὴ ὂν φ.
pass away, cease to be,Epicur.
Ep.1p.5U.;δυὰς προσθέσει μονάδος εἰς τριάδα φθείρεται μηκέτι μένουσα δυάς Ph.2.509
; of animals, perish, PStrassb.24.15 (ii A. D.).2 of persons, μαψαῦραι... ναύτας φ. destroy them, Hes.Th. 876 (but perh. only [voice] Act. of signf. 11.4); (troch.), Ag. 652:—[voice] Pass., Id.Pers. 272, 283(lyr.);γειτόνων πολλοὶ ἁμᾷ.. ἔφθαρεν Pi.P.3.36
;νόσῳ ἐφθάραται Ἀθηναῖοι Th.3.13
, cf. 7.48;πρόρριζον ἔφθαρται γένος S.El. 765
; ἔφθαρμαι I am undone! Men. Her.13;μὴφθαρῶσιν PMich.Zen.80.4
(iii B. C.).3 corrupt, bribe, τινα D.S.4.73; lure, entice, trap, (s. v. l.); entices to its ruin, entraps,Trag.Adesp.
484 (s. v.l.); pervert, :—[voice] Pass., v. infr. 11.3.b seduce a woman,ὑπὸ τῆς θυγατρὸς ἀδικούμενον καὶ Διονυσίου τοῦ φθείραντος αὐτὴν κιναίδου PEnteux.26.11
(iii B. C.):—[voice] Pass., E.Fr. 485, D.Chr.11.153 (but not [dialect] Att. acc. to Phryn.53, Moer.p.103 P.), Artem.5.17.4 ruin, spoil, ποσὶν φθείροντα πλοῦτον ἀργυρωνήτους θ' ὑφάς, of one who treads on rich carpets, A.Ag. 949; βαφὰς φθείρουσα τοῦ ποικίλματος, of blood, Id.Ch. 1013; of a poison,ὧνπερ ἂν θίγῃ, φθείρει τὰ πάντα S.Tr. 716
;φαρμάκων φθείρειν πεφυκότων τὰ σώματα Gal.15.541
; δούλην (wet-nurse)μὴ φθείρουσαν τὸ γάλα BGU1058.29
(i B. C.), cf. Sor.1.88; τοῦ σώματος (sc. τῶν νοσούντων) φθείροντος τὸ θρέψαι δυνάμενον ib.90, cf. 63, al.5τὰ μιγνύμενα τῶν χρωμάτων οἱ βαφεῖς φθείρεσθαι καὶ φθοράν τὴν μῖξιν ὀνομάζουσιν Plu.2.393c
(whereμιαίνω 1
is compared).II [voice] Pass. (cf. supr. 1.1, 2),1 φθείρεσθε (as a curse) may you perish! ruin take you! Il.21.128, Sannyr. 10; φθείρου as an imprecation, go to the devil! be off! Ar.Ach. 460, Pl. 598, 610(anap.), E.Fr. 610;ἐκποδὼν ἡμῖν φθείρεσθε Herod.6.16
:c. gen., φθείρεσθε τῆσδε off from her! unhand her, let her go, E.Andr. 715 (so in [tense] fut. indic., εἰ μὴ φθερῇ τῆσδ' ὡς τάχιστ' ἀπὸ στέγης if thou dost not depart... ib. 708).b with a Prep., φθείρεσθαι πρὸς τοὺς πλουσίους, of hangers-on and flatterers, D.21.139, cf. Plu.Phoc.21, Eum. 14, Ant.24;εἰς ἡδονὰς ἀπὸ.. πόνων Anon.
ap. Stob.4.31.84;ἀκούω σε λυρῳδοῦ γυναικὸς ἐρᾶν καὶ εἰς ἐκείνης φθειρόμενον πᾶσαν τὴν ἐφήμερον ἄγραν κατατίθεσθαι Alciphr.1.18
.3 to be morally corrupted,ἐφθάρη ἡ γῆ ἐναντίον τοῦ θεοῦ LXXGe.6.11
, cf. Ho.9.9, al.;ἔστι ἐν Ἀλεξανδρείᾳ σκηνῶν ἐν τοῖς Ἀριστοβούλου φθειρόμενος PCair.Zen.37.7
(iii B. C.); φθαρεὶς Εὔτυχος ὑπὸ τῆς Ἀρσινόης ib.620.7 (iii B. C.); but ἐν Σικυωνίαι ἐφθαρμένους is f.l. for ἐν Σικυῶνι διεφθ. (cj. Sintenis) in Plu.Arat.40.4 of seafarers, wander, drift (cf. supr. 1.2,πολύφθορος 11.2
,φθορά 8
),πόσον χρόνον πόντου 'πὶ νώτοις ἅλιον ἐφθείρου πλάνον; E.Hel. 774
; ναυτίλους ἐφθαρμένους sailors driven out of their course, Id.IT 276; ; of shipwrecked persons, νεῶν ( ἐκ νεῶν Elmsl.) ; also of travellers or wanderers by land, οὐχ ἕνα νομίζων φθείρεται πόλεως νόμον (v.l. τόπον) E.El. 234;ὁ Μενέλαος χρόνον πολὺν ἐφθείρετο πανταχόσε τῆς Ἐλλάδος D.Chr.7.95
; οὐδὲν δεῖ φθείρεσθαι περιόντα ( = περιιόντα)τὴν ἀρχὴν ἅπασαν Aristid.Or.26(14).33
; J.;τῶν μετοίκων τῶν ἐξ Ἑρμιόνης οὐκ οἶδ' ὅπως εἰς Πειραιᾶ φθαρέντων Alciphr. 1.13
; μὴ περιΐδῃς ἀγαθοὺς γείτονας εἰς στενὸν τοῦ καιροῦ φθειρομένους ib.24; [Ἀλέξανδρον] ὑπὲρ τὸν Ἰνδὸν κτλ. φθειρόμενον Arr.An.7.4.2
; φθαρῆναι εἰς βάρβαρα ἔθνη ( ἐν βαρβάροις ἔθνεσι or ἔθεσι codd.) Phalar. Ep.49; φθαρέντων ἐς ἀλλήλους falling foul of one another, App. Praef.10 (s. v. l.).5 of women, χέρσους φθαρῆναι pine away in barrenness, S.OT 1502, cf. El. 1181 (unless wander, cf. supr. 11.4). (Cf. Skt. ksárati 'flow', later 'wane, perish', Avest. γζ?φθείρωXαρ- and ζ?φθείρωXγαρ- 'flow'.) -
8 ἐπιβολή
ἐπιβολ-ή, ἡ,A throwing or laying on,ἱματίων Th.2.49
(pl.); χειρῶν σιδηρῶν, of grappling-irons, Id.7.62 (pl.);τῶν χρωμάτων Luc.Zeux.5
; σημείων affixing of seals, Id.Tim. 13; χειρῶν ἐπιβολαὶ ἐγίνοντο a fray arose, D.H.10.33.2. metaph., ἐ. τῆς διανοίας application of the mind to a thing, Epicur.Ep.1pp.5,12 U.(pl.), Ph.1.230 (pl.), Plot.2.4.10; αἱ ἐ.τῶν νοημάτων Philostr.VS2.18
; ἐξ ἐπιβολῆς πάνυ very scrupulously, Antyll. ap. Orib.45.25.5.b. act of direct apprehension, Epicur.Ep.1p.3U.: pl., ib.p.4U.;ἡ ἐκ τῶν ἐ. ταραχή Phld.D.1.14
; , cf.Plot.1.6.2; intuition, [τῇ ψυχῇ] τὴν ἐπιβολὴν ἀθρόαν ἀθρόωνγίνεσθαι Id.4.4.1
; [γνῶσις] ἐφάψεται τοῦ ἑνὸς κατὰ ἐπιβολήν Dam.Pr. 25
bis; opp. συλλογισμός, ibid.c. conception, notion, Iamb.Comm. Math.1, cf.9, Dam.Pr. 258 (pl.); point of view, ib. 201, 396, al.; doctrine, ἡ τοῦ Συριανοῦ θαυμασία ἐ. ib. 270: pl., principles, Ael.Tact.21.1.d. impulse, Stoic.3.41, 149; ἐ. φιλοποιίας ib.96.3. setting upon a thing, design, attempt, enterprise, v.l. in Th.3.45: c. gen., ἡ ἐ. τῆς ἱστορίας writing history, Plb.1.4.2; τῶν ὅλων acquisition of empire, Id.1.3.6, cf.5.95.1; κατασκευασμάτων ἐπιβολαί designs, Plu.Per.12; ἐξ ἐπιβολῆς designedly, D.S.13.27.b. of surgical operations, οὐδεμία ὄνησις τῆς ἐ. Philum.Ven.4.7; μὴ κατακολουθεῖν ἀδυνάτοις ἐπιβολαῖς Hegetor ap.Apollon.Cit.3.4. hostile attempt, assault, Plb.6.25.7 (pl.), cj. for - βουλάς in Th.1.93.5. application of name to thing, Procl.in Cra.p.109 P., al.II. that which is laid on, ἐπιβολαὶ πλίνθων courses of bricks, Th.3.20; βυρσῶν layers of hide, Luc.Nav.4; superstructure, gallery, Ph.Bel.80.36 (pl.); λεπιδοειδεῖς ἐπιβολαί the squamous commissures of the skull, Gal.10.452.2. penalty, fine, IG12.84.29 (pl.), Ar.V. 769;ἐπιβολὴν ἐπιβάλλειν Lys.20.14
(pl.), X. HG1.7.2, etc.;ἐπιβολὰς ὀφλεῖν And.1.73
; ἡ ἐ. τῆς βουλῆς the penalty imposed by the council, Aeschin.2.93; ἐξ ἐπιβολῆς in consequence of infliction of a fine, Lys.6.21.3. requisition, number of men required, Plb.3.106.3; impost, public burden, Plu.Cat.Ma.18 (pl.), cf. Procop.Arc.23;τῆς λαογραφίας PTeb.391.19
(i A.D.); requisition of corn, PFay.81.9 (ii A.D.).b. additional quantity, IG22.1672.285,297.c. κατ' ἐπιβολήν τινος in proportion to.., pro rata, CPR 28.17 (ii A.D.), etc.III. a thing put over for shelter or protection, Thphr.CP3.16.4.2.ἐ. χώματος
embankment,PPetr.
3p.80 (iii B.C.).3. cloak, POxy.298.9 (i A.D.), etc.IV. Rhet., = ἐπαναφορά, Phoeb.Fig.2.4, Rut.Lup.1.7.2. introduction, approach to a subject, Hermog.Id.1.3; ἐ. τοῦ ῥυθμοῦ ib.2.1.3. power, `grasp', of style or treatment, χάρις καὶ ἐ. D.Chr.18.14; general survey, consideration, Ptol.Tetr. 204; Ἀλεξάνδρου τὴν ἐν ταῖς παρατάξεσιν ἐ. Ael. Tact.Praef.6.4. `trimmings', ornament, τὸ ἀφαιρεῖν τὰς ἐ. καὶαὐτοῖς χρῆσθαι τοῖς ὀνόμασι Aristid.Rh.p.522S.
V. in Alchemy, `projection', i.e. chemical reaction intended to produce transmutation, Syn.Alch.p.58B. (pl.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιβολή
-
9 несовпадение
η μη σύμπτωση, η μη ταύτιση, η διαφοράРусско-греческий словарь научных и технических терминов > несовпадение
-
10 цветоведение
η επιστήμη των χρωμάτων και των αποχρώσεων.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > цветоведение
-
11 σύγκρασις
A mixing together, commixture, blending, tempering, Hp.VM24, E.Fr.21.4, Pl. Phlb. 64d, etc.;ἡ σ. τῶν χρωμάτων Id.Plt. 277c
; τῶν στοιχείων (heat and cold) Asclep. ap. Placit.5.21.2; ἥ τε ἐς τοὺς ὀλίγους καὶ τοὺς πολλοὺς ξ. blending of oligarchy with democracy, Th.8.97; ἡ.. ὑγρότης μὴ φέρουσα τὴν πρὸς τὸ φῶς ς. Plu.Arat.10; of friendship, Id.Ant.31, BCH49.483 (Delph.); of bodily constitution or temperament, Ptol.Tetr.8,10.b Astrol., combination of influence of heavenly bodies, Herm. ap. Stob.1.49.3, Ptol. Tetr.83, 121, Man.2.400.c ἡ σ. τοῦ ἔτους the temperature or climate, Dsc.1 Praef.7.II mixture, compound, οὐ θνητὸς οὐδ' ἀθάνατος, ἀλλ' ἔχων τινὰ ς. but compounded so to say of both, Alex.240.2; τὸν καιρὸν.. τῆς σ., i.e. the moment when the dish is neither too hot nor too cold, Id.173.10; τὴν τοῦ βίου ς. Men.685.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σύγκρασις
-
12 φθορά
A destruction, ruin, Hdt.2.161, 7.18, Hp.Vict.1.5, A.Ag. 406 (lyr.), etc.; of persons, death, esp. by some general visitation, as pestilence, Th.2.47, Pl.Lg. 677a (pl.), GDI 5104c11 (Crete, pl.);ἀνδροθνῆτας Ἰλίου φθοράς A.Ag. 814
.b of animals, loss by death, PStrassb.24.26,31 (ii A. D.).2 Philos., passing out of existence, ceasing to be,γενομένῳ παντὶ φ. ἐστι Pl.R. 546a
;περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς Id.Phd. 95e
, title of work by Arist., cf. Pl.Phlb. 55a, Arist.Ph. 229b13, Gal.6.6; ἡ φ. μεταβολή τίς ἐστιτῶν φθειρομένων εἰς τοὐναντίον ἑκάστῳ Plu.2.948f
: pl., Pl.Phd. 96b, R. 490e, al.: with dat. (instrumental),ἡ μεγίστηφθορὰ ὕδασιν Id.Ti. 23c
, cf. 22d.b loss by deterioration,ἐκφορίου.. ἀνυπολόγου πάο ης φθορᾶς PTeb.105.3
,18 (ii B. C.); damage,ἐκτεῖσαι τὴν γεγονυῖαν ὑπ' αὐτῶν τοῦ χόρτου.. φ. BGU1824.29
(i B. C.); misspelt φθαρά ib.1866.3 (i B. C.).4 seduction, ἐλευθέρων Lexap. Aeschin.1.12; παρθένων, γυναικῶν, Plu.2.712c (pl.), Vett.Val.2.37 (pl.), cf. Parth.35.3, D.H.2.25; rape, Str.6.1.6.6 gradation of colours in painting, Plu.2.346a; τὰς μίξεις τῶν χρωμάτων οἱ ζωγράφοι φθορὰς ὀνομάζουσι ib.725c, cf. 393c.7 = φθόη, Hp.Aph.7.80.8 storm-tossings or shipwrecks,τί τοι λέγοιμ' ἂν τὰς ἐν Αἰγαίῳ φθοράς; E.Hel. 766
; cf.φθείρω 11.4
. -
13 ἀπ-εικάζω
ἀπ-εικάζω, abbilden, nachbilden, οἱ γραφεῖς – τὰ καλὰ ζῷα Isocr. 1. 11; σώματα διὰ τῶν χρωμάτων Xen. Mem. 3, 10, 1; von Worten, ἀπεικασμένον τὸ ὄνομα τῷ τῆς φορᾶς βάρει Plat. Crat. 419 c, u. öfter in demselben Gespräche, durch den Laut, das Wort die Sache darstellen; τοῦ πρὸς ἐκεῖνο ἀπεικασϑέντος Tim. 29 b; nachgebildet u. auf den Geist übertragen, sich vorstellen, Epinom. 980 a ff. – Uebh. vergleichen, τινά τινι Plat. Conv. 221 d, u. öfter auch Folgd.; Dem. 21, 143. – Med., sich vergleichen, Plat. Rep. VIII, 558 a; Xen. Mem. 3, 11, 1 fut. med., wie akt., vom Maler; – ἀπεικαστέον, man muß nachbilden, Xen. Mem. 3, 10, 8; vergleichen, Plat. Phaedr. 270 e.
-
14 ανθηρον
τό1) блеск(τοῦ χαλκοῦ Plut.)
2) яркость(τῶν χρωμάτων Luc.)
3) pl. цветущие луга Plut.; растения в цвету Plut. -
15 διαθηριοω
-
16 εναργεια
ἥ яркость, ясность, отчетливость (sc. τῶν χρωμάτων Plat.)ἡ τῆς Ἰταλίας ἐ. Polyb. — ясный вид на Италию, т.е. Италия уже видна
-
17 ξυγκρασις
- εως ἥ смешение, смесь(τῶν χρωμάτων Plat.)
ἥ ἑς τοὺς ὀλίγους καὴ τοὺς πολλοὺς ξ. Thuc. — средняя форма между властью немногих и господством масс;σ. καὴ κοινωνία Plut. — тесное общение -
18 συγκρασις
- εως ἥ смешение, смесь(τῶν χρωμάτων Plat.)
ἥ ἑς τοὺς ὀλίγους καὴ τοὺς πολλοὺς ξ. Thuc. — средняя форма между властью немногих и господством масс;σ. καὴ κοινωνία Plut. — тесное общение -
19 φθειρω
(fut. φθερῶ, aor. 1 ἔφθειρα; pass.: fut. φθᾰρήσομαι - дор. φθᾰρησοῦμαι, aor. ἐφθάρην с ᾰ - 3 л. pl. у Pind. ἔφθαρεν, pf. ἔφθαρμαι; fut. med. в знач. pass. φθεροῦμαι)1) уничтожать, истреблять, губить(μῆλα κακοὴ φθείρουσι νομῆες Hom.; τὸν στρατόν Aesch.; τὸν οἶκον Xen.)
ἔφθειραν τὰς ναῦς Thuc. — они уничтожили (неприятельские) корабли;φ. τέν πόλιν καὴ νόμους Plat. — разрушать государство и (его) законы;νόσῳ ἐφθάραται καὴ χρημάτων δαπάνῃ Thuc. — (афиняне) сильно ослаблены эпидемией и (военными) расходами2) pass. погибать, гибнутьνεκροὴ ἐφθαρμένοι Aesch. — трупы погибших;
τὸ φθαρτὸν ἔφθαρται Plut. — погибло то, что подвержено гибели;παρθένος φθαρεῖσα Eur. — падшая девушка;πόντιοι ἐφθαρμένοι Eur. — потерпевшие кораблекрушение3) разорять, опустошать(τοὺς κλήρους τινός Her.; τέν χώραν Xen.)
4) pass. уходить себе на погибель, бран. убираться прочьφθείρεσθαι πρός τινα Dem. — присоединяться к кому-л. себе же на горе;
δεῦρο φθαρέντες Plut. — прийдя сюда на верную гибель;φθείρεσθε! Hom. — пропадите вы пропадом!;φθείρου λαβὼν τόδε! Arph. — возьми это и проваливай!;εἰ μέ φθερεῖ τῆσδ΄ ἀπὸ στέγης Eur. — если ты не уберешься прочь из этого дома5) портить, уродовать(ὑφὰς ποσίν Aesch.)
σῶμ΄ ἐφθαρμένον Soph. — обезображенное тело;τὰ μιγνύμενα τῶν χρωμάτων φθείρεσθαι ὀνομάζουσιν Plut. — смешение цветов называют порчей;τὸ γλυκὺ εἰς τὸ αὐστηρὸν φθεῖρον Plut. — сладость, превращающаяся в кислоту6) подкупать(τινά Diod.)
τοὺς ἐφθαρμένους ἀπέκτεινε Plut. — (Арат) казнил уличенных в мздоимстве -
20 φθορα
ион. φθορή ἥ1) гибель, уничтожение, разрушение(Ἰλίου Aesch.)
φ. ἀνθρώπων Thuc. — повальная смертность среди людей, мор;γένεσις καὴ φ. Plat. — возникновение и разрушение (гибель);ἥ μεγίστη φ. ὕδασιν Plat. — страшное наводнение, потоп2) порчаτὰς μίξεις τῶν χρωμάτων οἱ ζωγράφοι φθορὰς ὀνομάζουσι Plut. — смешение красок живописцы называют порчей
3) развращение, растление Aeschin., Plut.4) расточение, растрата(χρημάτων Plut.)
См. также в других словарях:
ουνία ή κογχύλι των ζωγράφων — (unio pictorum). Ακέφαλο μαλάκιο της οικογένειας των ουνιονιδών, της τάξης των ευελασματοβράγχιων. Η παράξενη κοινή ονομασία της οφείλεται στο ότι για πολύ καιρό οι ζωγράφοι χρησιμοποιούσαν το κέλυφός της σαν πιατάκι για την ανάμειξη των χρωμάτων … Dictionary of Greek
χρώμα — Το χ. μιας φωτεινής πηγής, που γίνεται αντιληπτό από το ανθρώπινο μάτι, χαρακτηρίζεται από το μήκος κύματος της ακτινοβολίας που εκπέμπεται. Το φως, όταν αποτελείται από ακτινοβολία με ένα μόνο μήκος κύματος (μονοχρωματικό), είναι καθαρό χ.… … Dictionary of Greek
ενδυμασία — Το σύνολο των αντικειμένων –οποιουδήποτε υλικού ή τρόπου κατασκευής– που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για να ντύνεται και να στολίζεται. Για πολύ καιρό, ιδιαίτερα σε περιοχές τις οποίες ευνοούσε το θερμό κλίμα, οι άνθρωποι δεν ένιωθαν την ανάγκη να… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
συντήρηση — Στην καλλιτεχνική ορολογία ο όρος σημαίνει την επέμβαση που γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο για να παρατείνει τη ζωή ενός έργου τέχνης και να αποκαταστήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την αρχική του μορφή. Η βάση επομένως της εργασίας της σ. είναι… … Dictionary of Greek
πολυχρωμία — Έγχρωμη τυπογραφική αναπαραγωγή ενός έγχρωμου πρωτότυπου. Όπως και στην έγχρωμη φωτογραφία, όλα τα χρώματα της ίριδας μπορούν να αναπαραχθούν με τρία βασικά χρώματα. Στην τυπογραφία τα χρώματα είναι: κίτρινο, κόκκινο (ματζέντα), μπλε και μαύρο,… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου … Dictionary of Greek
ψυχολογία — Ο όρος χαρακτηρίζει, όπως δείχνει και η ετυμολογία του, την επιστήμη της ψυχής και από την άποψη αυτή αποτελεί μέρος της φιλοσοφίας. Από τα τέλη όμως του 19ου αι. πήρε δική της μορφή και αποτελεί ανεξάρτητη επιστήμη, της οποίας το περιεχόμενο… … Dictionary of Greek